Αφόρητες πιέσεις από τον ξένο παράγοντα που προειδοποιούσε με έλευση στην Ελλάδα ξένων στρατευμάτων, ή δυνάμεων του ΝΑΤΟ, για να τελεσθούν με ασφάλεια οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004, παραδέχθηκε ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής, που διερευνά την υπόθεση Siemens, ο πρώην υπουργός Δημόσιας Τάξης Γιώργος Βουλγαράκης.
Ο μάρτυρας είπε, ότι όταν ανέλαβε το Μάρτιο του 2004, το επίπεδο προετοιμασίας της Ελληνικής Αστυνομίας στο σχέδιο ολυμπιακής ασφάλειας, ήταν απογοητευτικό, ενώ «το περίφημο σύστημα C4I στο οποίο είχαμε επενδύσει πάρα πολλά επικοινωνιακά και το οποίο υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είχε παραληφθεί, απείχε παρασάγγας από την πραγματικότητα».
Ο πρώην υπουργός απεκάλυψε και κατέθεσε στην εξεταστική επιτροπή non paper που είχε επεξεργαστεί η Ολυμπιακή Συμβουλευτική Ομάδα, αποτελούμενη από τους πρέσβεις των επτά σημαντικότερων χωρών της περιόδου με τους διαπιστευμένους πράκτορές τους.
Σε αυτό χαρακτήριζε ανέτοιμα τα ελληνικά συστήματα ασφαλείας και συνιστούσε στην Ελλάδα να υποβάλει άμεσο αίτημα παρουσίας στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην Ελλάδα, όπως είχε υποδειχθεί και στον προκάτοχο του Γιώργο Φλωρίδη.Εκτός αυτού, ο μάρτυρας κατέθεσε διαβαθμισμένο έγγραφο της ΕΥΠ σύμφωνα με το οποίο τουλάχιστον πέντε χώρες χαρακτηρίζονταν ως άμεσου κινδύνου να πληγούν στο πλαίσιο των ολυμπιακών αγώνων.
Στο ίδιο πνεύμα ανέφερε και ύπαρξη non paper, το οποίο ο ίδιος χαρακτήρισε ως συγκλονιστικό, που του παρέδωσε ο τότε αμερικανός πρέσβης Τόμας Μίλερ και στο οποίο αναφέρει ότι «για να γίνουν Ολυμπιακοί Αγώνες πρέπει να έλθουν στην Ελλάδα ειδικά τμήματα των αμερικανικών ειδικών δυνάμεων, βατραχάνθρωποι και στελέχη της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας».
Στο κλίμα αυτό, είπε απαντώντας σε σχετική ερώτηση του βουλευτή του ΚΚΕ Θανάση Παφίλη, τελικώς υπεγράφη ένα μνημόνιο, σύμφωνα με το οποίο, ότι αν για κάποιο λόγο υπάρξει πρόβλημα ή αδυναμία, θα γίνει κρούση για επέμβαση από το στρατηγείο της Νάπολης.
Κατά τα άλλα ο κ. Βουλγαράκης εμφανίσθηκε να αγνοεί μία επιστολή που εστάλη το Δεκέμβριο του 2004 από τον συνάδελφό του, τότε υπουργό Εθνικής Αμύνης Σπήλιο Σπηλιωτόπουλο, όπου εξέφραζε διαφωνίες με τη διατήρηση της ίδιας σύμβασης του C4I.
Ο τότε υπουργός Άμυνας που εισηγήθηκε λόγω αρμοδιότητας στο ΚΥΣΕΑ του θέρους του 2004 την παραλαβή χρήσης εν όψει ολυμπιακών αγώνων του προβληματικού συστήματος, με την επιστολή του έξι μήνες αργότερα ανέφερε ότι λόγω των ουσιαστικών αποκλίσεων και απομειώσεων του, κρίνεται υψηλής επικινδυνότητας η εξέλιξη της σύμβασης και ζητούσε αναθεώρηση της απόφασης του ΚΥΣΕΑ και λήψη άμεσων μέτρων.
- Δεν θυμάμαι καν αυτή την επιστολή, προφανώς θα διαβιβάστηκε στον υφυπουργό κ. Μαρκογιανάκη, στον οποίο είχα εκχωρήσει τον τομέα του συστήματος ασφαλείας, απάντησε στον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Παναγιώτη Ρήγα που έθεσε το σχετικό ερώτημα ο κ. Βουλγαράκης.
Στον τότε υπουργό είχε εκφράσει τις ανησυχίες του και ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης αναφέροντας σε σχετική επιστολή που του απέστειλε ότι «κινούμαστε στο όριο της νομιμότητας».
Παρ’ όλα αυτά ο κ. Βουλγαράκης παραδέχθηκε, ότι ο ίδιος αποφάσισε για συνέχιση των διαπραγματεύσεων με την ανάδοχο εταιρεία SAIC ύστερα και από κι από τη νέα αποτυχία των δοκιμών του συστήματος τον Απρίλιο του 2005.
Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις στην εξεταστική επιτροπή ο πρώην υπουργός είπε ότι δεν νοείτο τότε καταγγελία της σύμβασης, κάτι που θα οδηγούσε σε εθνικό διασυρμό, ενώ ήταν κάτι περισσότερο από βέβαιο, όπως τόνιζαν οι νομικές υπηρεσίες του Δημοσίου, ότι η ελληνική πολιτεία θα ήταν η χαμένη σε ενδεχόμενη προσφυγή στη διαιτησία.
Κατά τα άλλα ο Γιώργος Βουλγαράκης, διέψευσε ότι είχε οποιαδήποτε σχέση με τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο της Siemens Μιχάλη Χριστοφοράκο, όταν από το ΠΑΣΟΚ και τη βουλευτή του Βάσω Τσόνογλου τονίσθηκε ότι υπάρχουν στο ημερολόγιο Χριστοφοράκου περί τις 40 εγγραφές του ονόματός του ως τηλεφωνήματα, συναντήσεις, γεύματα ή e-mail.
Ο πρώην υπουργός παραδέχθηκε ότι με τον Χριστοφοράκο συναντήθηκε δύο- τρεις φορές στο γραφείο του στο υπουργείο, όχι κατ’ ιδίαν και τίποτε άλλο πέραν αυτών.
Μάλιστα είπε, ότι όταν μετά τους ολυμπιακούς αγώνες ο Χριστοφοράκος του ζήτησε να διαχωριστεί από τη συνεργασία με την SAIC η Siemens για τη υποστήριξη του ΤΕΤΡΑ ο ίδιος του απάντησε: «Δεν μπορείτε ούτε λεφτά να πάρετε, ούτε η σύμβαση να αποκοπεί, διότι αυτό θα σήμαινε αποδοχή και παραλαβή του συστήματος».
Από τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Παπαδημούλη του ετέθη το θέμα της προμήθειας το 2007, όταν ήταν υπουργός Πολιτισμού, «ψηφιακών μεταφραστών» (φορητά συστήματα πληροφόρησης επισκεπτών μουσείων και αρχαιολογικών χώρων) από τη Siemens με όρους που είχαν αποφασιστεί επί υπουργίας Ευάγγελου Βενιζέλου το 2003. Ο βουλευτής του επισήμανε ότι θα μπορούσε να διαπραγματευθεί μία καλύτερη τιμή, γιατί για το ψηφιακό υλικό συνεχώς μειώνονται οι τιμές.
Ο πρώην υπουργός υπεραμύνθηκε των επιλογών του λέγοντας ότι η πράξη του ήταν νόμιμη, οπότε ο βουλευτής τον ρώτησε, αν ισχύει παλαιότερη ρήση του ότι το νόμιμο είναι και ηθικό.
«Αν γινόντουσαν όλα νόμιμα, δεν θα φτάναμε εδώ που φτάσαμε. Το τι είναι όμως ηθικό, είναι υποκειμενικό θέμα», απάντησε ο πρώην υπουργός.
Στο ίδιο πνεύμα ανέφερε και ύπαρξη non paper, το οποίο ο ίδιος χαρακτήρισε ως συγκλονιστικό, που του παρέδωσε ο τότε αμερικανός πρέσβης Τόμας Μίλερ και στο οποίο αναφέρει ότι «για να γίνουν Ολυμπιακοί Αγώνες πρέπει να έλθουν στην Ελλάδα ειδικά τμήματα των αμερικανικών ειδικών δυνάμεων, βατραχάνθρωποι και στελέχη της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας».
Στο κλίμα αυτό, είπε απαντώντας σε σχετική ερώτηση του βουλευτή του ΚΚΕ Θανάση Παφίλη, τελικώς υπεγράφη ένα μνημόνιο, σύμφωνα με το οποίο, ότι αν για κάποιο λόγο υπάρξει πρόβλημα ή αδυναμία, θα γίνει κρούση για επέμβαση από το στρατηγείο της Νάπολης.
Κατά τα άλλα ο κ. Βουλγαράκης εμφανίσθηκε να αγνοεί μία επιστολή που εστάλη το Δεκέμβριο του 2004 από τον συνάδελφό του, τότε υπουργό Εθνικής Αμύνης Σπήλιο Σπηλιωτόπουλο, όπου εξέφραζε διαφωνίες με τη διατήρηση της ίδιας σύμβασης του C4I.
Ο τότε υπουργός Άμυνας που εισηγήθηκε λόγω αρμοδιότητας στο ΚΥΣΕΑ του θέρους του 2004 την παραλαβή χρήσης εν όψει ολυμπιακών αγώνων του προβληματικού συστήματος, με την επιστολή του έξι μήνες αργότερα ανέφερε ότι λόγω των ουσιαστικών αποκλίσεων και απομειώσεων του, κρίνεται υψηλής επικινδυνότητας η εξέλιξη της σύμβασης και ζητούσε αναθεώρηση της απόφασης του ΚΥΣΕΑ και λήψη άμεσων μέτρων.
- Δεν θυμάμαι καν αυτή την επιστολή, προφανώς θα διαβιβάστηκε στον υφυπουργό κ. Μαρκογιανάκη, στον οποίο είχα εκχωρήσει τον τομέα του συστήματος ασφαλείας, απάντησε στον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Παναγιώτη Ρήγα που έθεσε το σχετικό ερώτημα ο κ. Βουλγαράκης.
Στον τότε υπουργό είχε εκφράσει τις ανησυχίες του και ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης αναφέροντας σε σχετική επιστολή που του απέστειλε ότι «κινούμαστε στο όριο της νομιμότητας».
Παρ’ όλα αυτά ο κ. Βουλγαράκης παραδέχθηκε, ότι ο ίδιος αποφάσισε για συνέχιση των διαπραγματεύσεων με την ανάδοχο εταιρεία SAIC ύστερα και από κι από τη νέα αποτυχία των δοκιμών του συστήματος τον Απρίλιο του 2005.
Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις στην εξεταστική επιτροπή ο πρώην υπουργός είπε ότι δεν νοείτο τότε καταγγελία της σύμβασης, κάτι που θα οδηγούσε σε εθνικό διασυρμό, ενώ ήταν κάτι περισσότερο από βέβαιο, όπως τόνιζαν οι νομικές υπηρεσίες του Δημοσίου, ότι η ελληνική πολιτεία θα ήταν η χαμένη σε ενδεχόμενη προσφυγή στη διαιτησία.
Κατά τα άλλα ο Γιώργος Βουλγαράκης, διέψευσε ότι είχε οποιαδήποτε σχέση με τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο της Siemens Μιχάλη Χριστοφοράκο, όταν από το ΠΑΣΟΚ και τη βουλευτή του Βάσω Τσόνογλου τονίσθηκε ότι υπάρχουν στο ημερολόγιο Χριστοφοράκου περί τις 40 εγγραφές του ονόματός του ως τηλεφωνήματα, συναντήσεις, γεύματα ή e-mail.
Ο πρώην υπουργός παραδέχθηκε ότι με τον Χριστοφοράκο συναντήθηκε δύο- τρεις φορές στο γραφείο του στο υπουργείο, όχι κατ’ ιδίαν και τίποτε άλλο πέραν αυτών.
Μάλιστα είπε, ότι όταν μετά τους ολυμπιακούς αγώνες ο Χριστοφοράκος του ζήτησε να διαχωριστεί από τη συνεργασία με την SAIC η Siemens για τη υποστήριξη του ΤΕΤΡΑ ο ίδιος του απάντησε: «Δεν μπορείτε ούτε λεφτά να πάρετε, ούτε η σύμβαση να αποκοπεί, διότι αυτό θα σήμαινε αποδοχή και παραλαβή του συστήματος».
Από τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Παπαδημούλη του ετέθη το θέμα της προμήθειας το 2007, όταν ήταν υπουργός Πολιτισμού, «ψηφιακών μεταφραστών» (φορητά συστήματα πληροφόρησης επισκεπτών μουσείων και αρχαιολογικών χώρων) από τη Siemens με όρους που είχαν αποφασιστεί επί υπουργίας Ευάγγελου Βενιζέλου το 2003. Ο βουλευτής του επισήμανε ότι θα μπορούσε να διαπραγματευθεί μία καλύτερη τιμή, γιατί για το ψηφιακό υλικό συνεχώς μειώνονται οι τιμές.
Ο πρώην υπουργός υπεραμύνθηκε των επιλογών του λέγοντας ότι η πράξη του ήταν νόμιμη, οπότε ο βουλευτής τον ρώτησε, αν ισχύει παλαιότερη ρήση του ότι το νόμιμο είναι και ηθικό.
«Αν γινόντουσαν όλα νόμιμα, δεν θα φτάναμε εδώ που φτάσαμε. Το τι είναι όμως ηθικό, είναι υποκειμενικό θέμα», απάντησε ο πρώην υπουργός.
Από: www.in.gr