Εφιαλτικές διαστάσεις έχει πάρει το θέμα της διάθεσης των επικίνδυνων τοξικών αποβλήτων στη χώρα μας. Εκατοντάδες χιλιάδες τόνοι (κανείς δεν ξέρει πόσοι ακριβώς) εναποτίθενται παράνομα σε διάφορα σημεία της χώρας (κυρίως στην Αττική), ενώ μεγάλο τμήμα τους «ξεπλένεται» μέσω της διακίνησης των καυσίμων.
Η Ελλάδα φαίνεται πως έχει μετατραπεί σε χαβούζα όχι μόνο των δικών της τοξικών, αλλά και αυτών που έρχονται από γειτονικές χώρες. Eναντι μεγάλου οικονομικού οφέλους κυκλωμάτων, που δρουν σε βάρος του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας.
«Καθημερινά βρίσκονται σε παράνομες χωματερές γύρω από την Αττική επικίνδυνα απόβλητα, τα οποία εναποτίθενται εκεί πολλές φορές εν γνώσει των τοπικών αρχόντων, αλλά και σε ρέματα, σε πλαγιές, ακόμα και σε βιολογικές καλλιέργειες. Eχουμε σοβαρές ενδείξεις για ξέπλυμα επικίνδυνων αποβλήτων σε κοκτέιλ καυσίμων, κάτι που αποτελεί περιβαλλοντικό και οικονομικό έγκλημα», αποκάλυψε ο γενικός επιθεωρητής Περιβάλλοντος του ΥΠΕΚΑ Παναγιώτης Μέρκος, σε χθεσινή ημερίδα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας που πραγματοποιήθηκε εν όψει της Παγκόσμιας Ημέρας Περιβάλλοντος της 5ης Ιουνίου.
Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στα λεγόμενα μεικτά καύσιμα, χωρίς, όμως, να αποκλείονται και τα παραδοσιακά υγρά καύσιμα, δηλαδή βενζίνη και πετρέλαιο. Οπως εξήγησε στο «Εθνος» ο κ. Μέρκος, τα επικίνδυνα απόβλητα προστίθενται σε καύσιμα που χρησιμοποιούνται νομίμως και προέρχονται από τη βιομάζα (φυτική ή ζωική), από την ανακύκλωση πλαστικού, χαρτιού ή ξύλου και είτε καίγονται μόνα τους είτε εξαφανίζονται μέσα από το καύσιμο, μολύνοντας βέβαια τον αέρα αλλά και το έδαφος.
«Δύσκολος ο έλεγχος»Ο εντοπισμός και ο έλεγχος αυτής της διαδικασίας είναι πολύ δύσκολος, επισήμανε, ωστόσο έχει ξεκινήσει συνεργασία με το ΣΔΟΕ και το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, προκειμένου να υπάρξουν συντονισμένα αποτελέσματα, ιδιαίτερα για τις διασυνοριακές μεταφορές.
Υπολογίζεται πως υπάρχουν 600.000 τόνοι «ορφανών» επικίνδυνων αποβλήτων στην Ελλάδα, που μπορεί να τα βρούμε στο ποτήρι μας, στο πιάτο μας, στην τροφική αλυσίδα, στον αέρα, δήλωσε η περιβαλλοντολόγος Χριστίνα Θεοχάρη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε στην ημερίδα, το 85-90% της ετήσιας παραγωγής επικίνδυνων αποβλήτων (350.000-650.000 τόνοι) παράγονται από 20 μονάδες της πρωτογενούς μεταλλουργίας, διύλισης αργού πετρελαίου, παραγωγής πετρελαιοειδών καταλοίπων, παραγωγής και χρήσης λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων, χημικών προϊόντων. Το υπόλοιπο 10-15% το παράγουν άλλοι βιομηχανικοί κλάδοι, ενώ σημαντικός είναι ο ρόλος των ιατρικών αποβλήτων.
Από: www.ethnos.gr