Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

Το ευρώ, η δραχμή και η πάλη για την εργατική εξουσία

Το ευρώ, η δραχμή και η πάλη για την εργατική εξουσίαΕυρώ ή δραχμή; Το ερώτημα αυτό πλανιέται στα αστικά επιτελεία, στα αστικά ΜΜΕ, από το ενδεχόμενο να αποπέμψουν την Ελλάδα από την ευρωζώνη λόγω χρεοκοπίας.
Ως ερώτημα πλανιέται και στο χώρο του οπορτουνισμού, όλους δηλαδή τους χώρους που με τον ένα ή άλλον τρόπο είναι σταθερά προσανατολισμένες στον καπιταλιστικό τρόπο ανάπτυξης, όλους όσοι είναι πεισμένοι ότι το καπιταλιστικό σύστημα είναι αιώνιο και αξεπέραστο και ότι θα συνεχίσει να είναι κυρίαρχο τα επόμενα χρόνια, τις επόμενες δεκαετίες και γιατί όχι τους επόμενους αιώνες.

Απλώς, στις σημερινές συνθήκες της όξυνσης της οικονομικής κρίσης και του εντεινόμενου ανταγωνισμού εντός και εκτός των πλαισίων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με τον ελληνικό καπιταλισμό να βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα, καθώς δέχεται τεράστια πίεση και μεγάλους κλυδωνισμούς στο εσωτερικό του, οι κυρίαρχοι κύκλοι του μονοπωλιακού κεφαλαίου προβληματίζονται και εξετάζουν όλα τα ενδεχόμενα. Υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι το σύστημα καπιταλιστικής εκμετάλλευσης θα παραμείνει αλώβητο και ανέγγιχτο, ανεξάρτητα από το πώς θα διαμορφωθούν οι συμμαχίες της αστικής τάξης στο προσεχές μέλλον.
Το γεγονός ότι στους προβληματισμούς αυτούς συμμετέχουν ενεργά και οι δυνάμεις του οπορτουνισμού σε όλες τις εκδοχές του, αποδεικνύει πόσο στενά είναι διασυνδεδεμένος ο χώρος αυτός – τα μικροαστικά στρώματα μέσω του οποίου εκφράζονται πιο συγκεκριμένα – με τον καπιταλισμό, με αποτέλεσμα να μη βλέπει άλλη διέξοδο πέρα από τα όρια του σημερινού εκμεταλλευτικού συστήματος, ενώ παράλληλα είναι τόσο αλλοτριωμένος από την αστική ιδεολογία,ώστε οι τριγμοί και οι συγκρούσεις που συντελούνται σήμερα στο εσωτερικό της αστικής τάξης της χώρας, να μεταφέρονται στο συγκεκριμένο χώρο, ο οποίος επιχειρεί να συγκαλύψει την αστική τους πατρότητα κάτω από το μανδύα της …αριστερής αναζήτησης.
Αν για τις αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις το δίλημμα δραχμή ή ευρώ είναι υπαρκτό, αυτό χάνει κάθε νόημα όταν τίθεται υπό μορφή ερωτήματος στην εργατική τάξη της χώρας. Σε τι να τοποθετηθεί ένας συνειδητός ή ακόμα και κάποιος χωρίς ταξική συνείδηση εργάτης; Αν η απλήρωτη εργασία του που ενσωματώνεται στο εμπόρευμα και εμφανίζεται σαν υπεραξία, θα αποτυπώνεται σε δραχμές ή ευρώ; Αν το σκοινί, που θα τον κρεμάσουν, το έχουν αγοράσει με ευρώ ή δραχμή;
Κοντολογίς, το καπιταλιστικό νόμισμα, όποιο και αν είναι αυτό, ενσωματώνει εκμεταλλευτικές σχέσεις που εμφανίζονται στην παραγωγή και την κυκλοφορία του κεφαλαίου. Ο Μαρξ, ο οποίος έχει αναλύσει εξαντλητικά το θέμα αυτό στον πρώτο τόμο του «Κεφαλαίου», αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η εμπορευματική μορφή του προϊόντος και η χρηματική μορφή του εμπορεύματος, στα πλαίσια του καπιταλισμού, συγκαλύπτουν την ταξική εκμετάλλευση, η οποία, αντίθετα, στη φεουδαρχία με το μοίρασμα της εργάσιμης μέρας, ανάμεσα στο χρόνο που ο δουλοπάροικος εργαζόταν για τον εαυτό του και στο χρόνο που εργαζόταν για λογαριασμό του φεουδάρχη, ήταν απόλυτα καθαρή και διαυγής.
Ταξική διάσταση
Το ΚΚΕ, κινούμενο πέρα από τις εθνικιστικές και τις κοσμοπολίτικες απόψεις της αστικής τάξης της χώρας και τις, γεμάτες μικροαστικές αυταπάτες, ομιχλώδεις αντιλήψεις του οπορτουνισμού, έθεσε το θέμα στην ταξική του διάσταση. Οπως σωστά ανέφερε, το ζήτημα δεν είναι, αν θα συνεχίσουμε να έχουμε το ευρώ ή θα γυρίσουμε στη δραχμή.
Το μεγάλο δίλημμα της εποχής μας, είναι, αν, η εργατική τάξη και τα άλλα καταπιεζόμενα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, συνεχίσουν να ανέχονται την πολιτική και οικονομική ηγεμονία της αστικής τάξης, του μονοπωλιακού κεφαλαίου.
Αν θα συνεχίσουν να ανέχονται τη διατήρηση ενός σάπιου, ιστορικά ξεπερασμένου, βάρβαρου και παρασιτικού κοινωνικού – οικονομικού συστήματος, ή αν θα αποφασίσουν να το ανατρέψουν, να κατακτήσουν την εξουσία και προχωρήσουν στην οργάνωση της κοινωνικής εργασίας με βασικό κριτήριο τις ανάγκες του εργαζόμενου ανθρώπου και όχι την αύξηση του καπιταλιστικού κέρδους.
Η πρόταση διεξόδου από την οικονομική κρίση που προβάλλει το ΚΚΕ έχει σαν δομικό της στοιχείο τη σύγκρουση, την ανατροπή της εξουσίας του μονοπωλιακού κεφαλαίου, την απαλλοτρίωση της μεγάλης καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, η οποία θα περάσει κάτω από τον έλεγχο της κοινωνίας, με την παράλληλη δημιουργία βαθιά δημοκρατικών θεσμών, όπως ο εργατικός έλεγχος σε όλες τις βαθμίδες της παραγωγής και της κυκλοφορίας του κοινωνικού προϊόντος.
Η κοινωνική παραγωγή δε θα αποτελεί πλέον τη βάση αναπαραγωγής των καπιταλιστικών εκμεταλλευτικών σχέσεων που συσσωρεύουν τεράστιο πλούτο στα χέρια της αστικής τάξης, τη στιγμή που οι εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την οικονομική ανέχεια, τα άθλια μεροκάματα, την ανεργία, την αβεβαιότητα για το αύριο.
Κάτω από την εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, ο κοινωνικά παραγόμενος πλούτος, θα αποτελέσει τη βάση συντήρησης και ανέλιξης του εργαζόμενου ανθρώπου, της πρώτης παραγωγικής δύναμης της κοινωνίας.
Η προοπτική της εργατικής εξουσίας και ο φόβος γι’ αυτήν είναι το στοιχείο που ενώνει σε αντικομμουνιστική βάση τμήματα των μικροαστικών στρωμάτων με την εργατική αριστοκρατία, τις κοινωνικές εκείνες ομάδες που στην περίοδο της καπιταλιστικής ανάπτυξης είχαν ευνοηθεί, καθώς η αστική τάξη, στα πλαίσια των συμμαχιών που ανέπτυσσε με άλλα κοινωνικά στρώματα, τους πετούσε μικρά κομμάτια από την υπεραξία, κρατώντας τις μεγαλύτερες μερίδες για τον εαυτό της.
Σήμερα, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, τα άλλοτε προνομιούχα αυτά στρώματα διαβλέπουν τον κίνδυνο της οικονομικής τους καταστροφής και της κοινωνικής τους απαξίωσης. Δεν αντιλαμβάνονται, όμως, την πραγματική κίνηση της Ιστορίας.
Αρνούνται πεισματικά να δουν ότι ο πραγματικός τους εχθρός είναι η εξουσία του μονοπωλιακού κεφαλαίου, συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν με σνομπισμό και απέχθεια την εργατική τάξη και το οργανωμένο ταξικό κίνημα το οποίο εχθρεύονται και αναπολούν το παλιό καλό παρελθόν, το οποίο πιστεύουν ότι θα επανέλθει.
Οι οπορτουνιστές
Αυτό μπορεί να το δει κάποιος στις προτάσεις για την έξοδο από την οικονομική κρίση, που κάνουν σήμερα ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ/ΝΑΡ κ.λπ. Το πρόβλημα με τις προτάσεις που μιλάνε για «κρίση χρέους» και υποστηρίζουν τη διαγραφή του …επαχθούς του μέρους (του χρέους), την έκδοση ευρωομολόγου, την κρατικοποίηση κάποιων τραπεζών, αλλά όχι των μονοπωλίων στο χώρο της παραγωγής και του εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου, δεν είναι μόνο ότι είναι απόλυτα ενσωματωμένες στο αστικό πολιτικό σύστημα – το οποίο άλλωστε τις υιοθετεί – αλλά ότι επιχειρούν να γυρίσουν το ρολόι της Ιστορίας στο παρελθόν.
Στις «ευλογημένες» δεκαετίες του ’70 και ’80, στον καπιταλισμό, με το μικρό και ελεγχόμενο κρατικό χρέος, το κρατικοποιημένο πιστωτικό σύστημα και τις χαλαρές – σε σχέση με σήμερα – σχέσεις του ελληνικού κεφαλαίου με το ευρωενωσιακό κεφάλαιο. Αναπολούν την περίοδο της καπιταλιστικής ακμής, που τόσο ωφελήθηκαν και είδαν το μικροαστικό τους όνειρο να θεριεύει και να γίνεται πραγματικότητα. Τώρα, όμως, διαβλέπουν ότι όσα είχαν αποκτήσει τη «χρυσή» εκείνη εποχή κινδυνεύουν να γίνουν κομμάτια και θρύψαλα.
Διαισθάνονται ότι μπορούν να βυθιστούν και οι ίδιες στις δίνες της ανελέητης καπιταλιστικής κρίσης και στον οξύτατο ενδομονοπωλιακό ανταγωνισμό και βγάζουν απελπισμένες κραυγές κατά του μνημονίου και των πολιτικών που τις συνοδεύουν, όχι για να τις υπερβούν και να τις ανατρέψουν, να κόψουν μια για πάντα τους δεσμούς με τον καπιταλισμό και την εξουσία που τον περιβάλλει, αλλά να τον…εξανθρωπίσουν, να αμβλύνουν τις πιο αιχμηρές πλευρές του.
Ζητούν δηλαδή έναν καπιταλισμό, χωρίς μνημόνια και άλλες… ακρότητες, έναν καπιταλισμό που θα αποκαταστήσει την …κοινωνική συνοχή που έχει διαρραγεί και θα αμβλύνει τις οξυμένες ταξικές αντιθέσεις που εγκυμονούν κινδύνους για τις σταθερές του συστήματος. Αποφεύγουν σαν ο διάολος το λιβάνι κάθε τι που οδηγεί στην όξυνση της ταξικής πάλης.
Οι διακηρύξεις όμως για επιστροφή στο παρελθόν, στην εποχή του παλιού, «καλού» καπιταλισμού, όπως ζητούν οι σύγχρονοι Δον Κιχώτες της Ιστορίας, δεν έχουν να κάνουν με αφελείς ιδεολογικές περιπλανήσεις αθώων και παραστρατημένων μικροαστών στη ζούγκλα του καπιταλιστικού ανταγωνισμού.
Πρόκειται για απόψεις αντιδραστικές, βαθιά εχθρικές για το εργατικό κίνημα, το οποίο επιχειρούν να βυθίσουν σε βάλτους γεμάτους με μικροαστικές αυταπάτες, και να το οδηγήσουν σε επικίνδυνους και ολέθριους συμβιβασμούς. Επιχειρούν να θολώσουν την προοπτική της εργατικής εξουσίας, να ξεστρατίσουν το εργατικό κίνημα από τον στρατηγικό και επίκαιρο αυτό στόχο.
Πίσω από τις κραυγές για την «ενότητα της Αριστεράς» υποκρύπτεται η ανομολόγητη επιδίωξη για τον ιδεολογικό και πολιτικό αφοπλισμό του οργανωμένου ταξικού κινήματος, ο εκφυλισμός του σε «κίνημα της πλατείας», στα πρότυπα των «αγανακτισμένων» και ενίοτε των κουκουλοφόρων του αναρχοφασισμού.
Η πάλη για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, είναι συνυφασμένη με την πάλη κατά της αστικής ιδεολογίας σε όλες της τις μορφές, αλλά και την πάλη κατά του πολυώνυμου οπορτουνισμού. Η ελληνική και διεθνής εμπειρία αποτελεί απτή απόδειξη της ορθότητας της θέσης αυτής. Με πικρία βλέπουμε σήμερα, ότι όπου το κομμουνιστικό κίνημα έκανε αβίαστες και μη αναγκαίες υποχωρήσεις απέναντι στην αστική τάξη, οι οποίες μορφοποιήθηκαν και εκφράστηκαν κατά κύριο λόγο από το ρεύμα του «ευρωκομμουνισμού», αυτό κυριολεκτικά διαλύθηκε συμπαρασύροντας στον κατήφορο και το εργατικό κίνημα.
Η ευρωπαϊκή ήπειρος είναι πλούσια από τέτοιες εμπειρίες. Αντίθετα, μπορούμε να υπερηφανευόμαστε σήμερα, ότι η απόρριψη του ολέθριου αυτού δρόμου από το ΚΚΕ – το οποίο, για το λόγο αυτό οι διάφορες γραφίδες «στόλισαν» και «στολίζουν» ακόμη και σήμερα με διάφορα κοσμητικά όπως δογματικό, αποστεωμένο, αυτιστικό – και η υπεράσπιση των επαναστατικών του χαρακτηριστικών, αποτέλεσαν τη βάση της σημερινής ανόδου του εργατικού κινήματος της χώρας.Ενός κινήματος που δεν αμφισβητεί την μία ή την άλλη πλευρά της αστικής εξουσίας. Αμφισβητεί την ίδια την εξουσία της αστικής τάξης στο σύνολό της.
Αντανάκλαση: ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ