Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012

Χρυσαυγιτισμός με… πολιτικά


Γράφει: ο Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ 
Όσα ακολουθούν δημοσιεύτηκαν την περασμένη Κυριακή στην εφημερίδα «Καθημερινή», σε άρθρο υπό τον τίτλο «Η ευκαιρία της Χρυσής Αυγής για τη δημοκρατία» και φέρουν την υπογραφή του Στ. Κασιμάτη.
Αντιγράφουμε:
Χρυσαυγιτισμός με… πολιτικά

«Οσοι πιστεύουμε στην δημοκρατία οφείλουμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στην Χρυσή Αυγή – και σοβαρολογώ απολύτως.
Της το οφείλουμε για την ευκαιρία που μας προσφέρει -και μάλιστα την ώρα που την έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη- ώστε να διορθώσουμε λάθη δεκαετιών και να κάνουμε μια νέα αρχή στην πολιτική ζωή. Είναι η ευκαιρία που δίνεται στη νομιμότητα να αναμετρηθεί, επιτέλους, με την οιονεί νομιμοποιημένη βία της Αριστεράς: αυτό το καρκίνωμα της Μεταπολίτευσης (…).
Ανεχόμαστε στελέχη ή ακόμη και βουλευτές του ΚΚΕ ή του ΣΥΡΙΖΑ να υπερασπίζονται καταλήψεις πανεπιστημιακών κτιρίων από λαθρομετανάστες, να εμποδίζουν τη λειτουργία επιχειρήσεων που υφίστανται νομίμως (π.χ., το χρυσωρυχείο στην Χαλκιδική), να επιβάλουν με το ξύλο την υποχρέωση της απεργίας σε ανθρώπους που θέλουν να δουλέψουν (…).
Και αν ως τώρα ήταν ο φόβος που συγκρατούσε τους πολιτικούς, ας είναι καλά τα «λεβεντόπαιδα με τις μαύρες μπλούζες» και τα καμώματά τους, που δίνουν την ευκαιρία στον αστικό πολιτικό κόσμο να υπερβεί το δέος της εξ αριστερών «ιεράς αγανακτήσεως» και να αποδείξει ότι η δημοκρατία μπορεί να υπερισχύσει εκείνων που επιβάλλουν τη βία, είτε μαύρη είτε κόκκινη (…).
Αν ο Σαμαράς εννοεί αυτά που έλεγε προεκλογικά, αν ο Βενιζέλος καταλαβαίνει ότι μόνον ως αστική σοσιαλδημοκρατία μπορεί να έχει μέλλον το ΠΑΣΟΚ και αν ο Κουβέλης πιστεύει στη διαφορά της δημοκρατικής Αριστεράς από την Αριστερά της βίας, ιδού η ευκαιρία κύριοι!
Η Χρυσή Αυγή, χωρίς να το καταλαβαίνει, ανοίγει τον δρόμο για την επιβολή της νομιμότητας προς κάθε πλευρά: κουκουέδες, συριζαίους, χρυσαυγίτες – όλοι τους βλάπτουν τη δημοκρατία εξίσου. Πρόκειται για ευκαιρία, την οποία η κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει (…)».
*
Από τα παραπάνω είναι προφανές:
*
1) Οταν η αντιδραστική θεωρία περί «άκρων» και περί «μαύρης και κόκκινης βίας» αποκτά τόσο αναβαθμισμένη θέση στις σελίδες ενός παραδοσιακού οργάνου του αστικού κόσμου, όπως η «Καθημερινή», σημαίνει ότι η «μαυρίλα» κατέχει πλέον κεντρική θέση – με ό,τι αυτό συνεπάγεται και κυοφορεί – στο προπαγανδιστικό οπλοστάσιο του κράτους των κεφαλαιοκρατών, της λιτότητας, της καταστολής και των Μνημονίων.
*
2) Στην περίπτωση της «Καθημερινής» και του συντάκτη της δεν έχουμε να κάνουμε με μια λαθεμένη εκδοχή κάποιας αφηρημένης και γενικής καταδίκης της βίας, που σε άλλες περιπτώσεις θα μπορούσε να εκληφθεί και ως μια ευγενική αλλά ουτοπική ουμανιστική στάση.
Στην περίπτωση της «Καθημερινής» και του συντάκτη της, το θέμα δεν είναι να επαναλάβεις ότι, για παράδειγμα, η βία της Επανάστασης του ’21, η βία της Αντίστασης εναντίον των ναζί στην Κατοχή, η βίαιη κατάληψη των Βερσαλιών, η μάχη του Στάλινγκραντ από την πλευρά των αμυνόμενων, η αιματοβαμμένη πάλη για το 8ωρο, ήταν ιστορικά αναγκαίες και δικαιωμένες μορφές πάλης.
Εδώ – στην περίπτωση της «Καθημερινής» και του συντάκτη της – έχουμε μια «μαύρη»,διεστραμμένη και χυδαία επιχείρηση διαστρέβλωσηςπαραχάραξης και παραποίησης.
Έχουμε, στην πιο «κίτρινη» εκδοχή της, την επιδίωξη οι λαϊκοί, μαζικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες που αντιτίθενται στην πολιτική της πλουτοκρατίας (και επειδή ακριβώς αντιτίθενται στην πλουτοκρατία), να ταυτιστούν, να συκοφαντηθούν και να εξομοιωθούν με τον ναζισμό (τον βγαλμένο από τα πολιτικά σπλάχνα της πλουτοκρατίας), ωσάν να έχουν ή να είχαν ποτέ οποιαδήποτε σχέση (!) με τις τραμπούκικες ναζιστικές συμμορίες της ρατσιστικής, της φυλετικής, της μισαλλόδοξης, της φασιστικής βίας και τρομοκρατίας.
*
3) Η προσπάθεια της «Καθημερινής» και του συντάκτη της (σ.σ.: στο ίδιο πνεύμα κινούνται δηλώσεις που αποδίδονται στον Μητσοτάκη, άρθρα σε άλλες εφημερίδες, τοποθετήσεις στελεχών της συγκυβέρνησης κ.λπ.) να διαχυθεί στην κοινή συνείδηση το σχήμα πως «η ναζιστική και χρυσαυγίτικη βία οφείλεται στην αριστερή και κουκουέδικη βία», δεν είναι καινούργια.
Αν ξύσει κανείς τη σκουριά αυτής της πολυκαιρισμένης προστυχιάς θα θυμηθεί, για παράδειγμα, τη θεωρία της εποχής των γερμανοτσολιάδων. Τότε που οι «Τσολάκογλου» κατηγορούσαν το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ επειδή έκαναν Αντίσταση.
Τότε που οι «Τσολάκογλου» ζητούσαν να σταματήσει η Αντίσταση, αφού, όπως έλεγαν, προκαλούσε – η Αντίσταση – τα αντίποινα των Γερμανών, δηλαδή τις θηριωδίες των ναζί. Θηριωδίες για τις οποίες, σύμφωνα με τους «Τσολάκογλου», υπεύθυνοι δεν ήταν οι Γερμανοί ναζί, αλλά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, επειδή έκαναν Αντίσταση
***
Τέτοιου είδους κείμενα σαν το τελευταίο της «Καθημερινής» δεν αποκαλύπτουν την – έτσι κι αλλιώς – πασίγνωστη ποιότητα του συντάκτη της.
Βασικά, εκείνο που αναδεικνύουν είναι το είδος της κληρονομιάς που κουβαλάει η άρχουσα τάξη αυτής της χώρας, όπως και την κληρονομιά των εντύπων που απηχούν προνομιακά, όπως η «Καθημερινή», τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης.
*
Ειδικότερα, και σε ό,τι έχει να κάνει με την κληρονομιά της «Καθημερινής», θα περιοριστούμε να υπενθυμίσουμε τι υποστήριζε η «Καθημερινή» επί εποχής Βλάχου, στις 29 Απρίλη 1941.
Δυο μέρες, λοιπόν, αφότου οι ιδεολογικοί και πολιτικοί πρόγονοι της «Χρυσής Αυγής», τα γερμανικά «Βάφεν Ες Ες», είχαν μπει στην Αθήνα, η «Καθημερινή» έγραφε:
*
«Ο αθηναϊκός λαός αντιμετωπίζει τα γεγονότα με σταθεράν πεποίθησιν ότι όλα βαίνουν προς το καλύτερον, ότι λήξαντος του πολέμου, διά την Ελλάδα τουλάχιστον, ανοίγεται η περίοδος της ειρήνης και της εντός των πλαισίων της ειρήνης αυτής παραγωγικής δραστηριότητος.
Η θέλησις των Ελλήνων, όπως εντός του ειρηνικού πλαισίου, το οποίο εξασφαλίζει εις αυτούς ο τερματισμός του πολέμου, αναπτύξουν όλας των τας ικανότητας και όλας των τας πρωτοβουλίας, θα δώση ασφαλώς αφορμήν διά να εκδηλωθούν όλαι εκείναι αι κεκρυμμέναι αρεταί της φυλής μας, αι οποίαι είτε εξ αδιαφορίας, είτε εξ αισθημάτων ηλαττωμένης αλληλεγγύης δεν είχον ανέλθει εις την επιφάνειαν τους τελευταίους καιρούς.
Αι γερμανικαί αρχαί εμφορούμεναι από τας φιλικωτέρας των διαθέσεων απέναντι του ελληνικού πληθυσμού, τας αρετάς και τα προτερήματα του οποίου δεν ήργησαν να γνωρίσουν, θα τον συντρέξουν -περί τούτου δεν υπάρχει αμφιβολία- εις πάσαν θετικήν και οικοδομητικήν του προσπάθειαν».
*
Αυτά γράφονταν τότε.
Σε μια περίοδο, δηλαδή, που ο «χρυσαυγιτισμός» δεν είχε ανάγκη, όπως σήμερα, να κυκλοφορεί… με πολιτικά.
Αντανάκλαση: Ριζοσπάστης