Πολύς ντόρος γίνεται αυτές τις μέρες με το κυβερνητικό σχέδιο εθνικοποίησης του 51% της πετρελαϊκής εταιρείας YPF στην Αργεντινή (το πλειοψηφικό πακέτο 57,3%, ανήκει σήμερα στον ισπανικό ενεργειακό κολοσσό «Repsol»). Στη χώρα μας ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε να χαρακτηρίσει την εξέλιξη ως «ελπιδοφόρο μήνυμα ισχυρού πολιτικού ρεαλισμού και προοδευτικής εξέλιξης για όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα για την Ελλάδα».
Προχώρησε και παρακάτω λέγοντας σε ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του ότι η κίνηση της κυβέρνησης της Αργεντινής αποδεικνύει πως
«τα δόγματα που είναι προσκολλημένα στις επιταγές των τραπεζιτών και του πολυεθνικού κεφαλαίου μπορούν να ηττηθούν στο πεδίο της σύγκρουσης των ιδεών και των πολιτικών» και ότι «εμπειρίες και διδάγματα που θέτουν την ανάγκη τα ενεργειακά αποθέματα των χωρών να αποτελούν τη δεξαμενή για κοινωνικές πολιτικές προς όφελος των λαών είναι στον πυρήνα των προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ για την οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας μας».***
Το παράδειγμα της Αργεντινής χρησιμεύει πράγματι για να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα και στη χώρα μας. Η αστική αργεντίνικη κυβέρνηση με στοιχεία σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης που είναι γενικά χαρακτηριστικό των λεγόμενων «αριστερών προοδευτικών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής», επιχειρεί για λογαριασμό μερίδων του ντόπιου κεφαλαίου να πάρει στα χέρια της μέρος της ενέργειας της χώρας (πετρέλαιο, φυσικό αέριο), δε μιλάμε ούτε καν για πλήρη έλεγχο του ενεργειακού πλούτου, πράγμα που εμφανίζει ως κίνηση που θα ωφελήσει δήθεν τα λαϊκά στρώματα.
Στην πραγματικότητα η κίνηση αυτή έχει σχέση με την προσπάθεια της αργεντίνικης αστικής τάξης να αναβαθμίσει το ρόλο της μέσα στο ιμπεριαλιστικό σύστημα γι' αυτό κοντράρεται με την ισπανική πολυεθνική.
Μάλιστα, όπως όλα δείχνουν, η αντίδρασή της ήρθε όταν έγιναν γνωστά τα σχέδια της ισπανικής πολυεθνικής να έρθει σε συμφωνία εξαγοράς με μεγάλο κινεζικό πετρελαϊκό κολοσσό, στο πλαίσιο της διείσδυσης των κινέζικων μονοπωλίων στην συγκεκριμένη ήπειρο.
***
Με δεδομένο ότι και στην Αργεντινή και σε άλλες χώρες της περιοχής ανακαλύπτονται σημαντικά ενεργειακά αποθέματα το «κουβάρι» των ανταγωνισμών περιπλέκεται ακόμα περισσότερο και γι' αυτό «βγαίνουν μαχαίρια» από τις αστικές κυβερνήσεις. Δεν είναι άλλωστε τυχαία η αντίδραση της ισπανικής κυβέρνησης αλλά και της ΕΕ που απειλούν με κυρώσεις, όπως εμπάργκο εισαγωγών αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από την Αργεντινή.
Πρέπει επομένως να γίνει κατανοητό ότι πρόκειται για κινήσεις ενταγμένες στον ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό, που δεν αμφισβητούν την εξουσία των μονοπωλίων (το κράτος ως συλλογικός καπιταλιστής διεκδικεί το 51% της πετρελαιοβιομηχανίας και το υπόλοιπο πάει στην καπιταλιστική αγορά).
Η πρόεδρος της Αργεντινής Κριστίνα Κίρσνερ άλλωστε στηρίζει την καπιταλιστική ανάπτυξη, που δήθεν θα βοηθήσει το λαό.
Οι αντιδράσεις από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα (εδώ η ΕΕ) καταρρίπτουν αυτά που οι σοσιαλδημοκράτες και οι οπορτουνιστές εμφανίζουν, για δυνατότητα άλλης διαπραγμάτευσης, όπως π.χ. η αλλαγή του δημοσιονομικού συμφώνου στην ΕΕ, η επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, που δήθεν θα δεχτούν οι εταίροι, ακόμη περισσότερο περί δημοσίου ελέγχου τραπεζών και πρωην ΔΕΚΟ.
***
Η περίπτωση της Αργεντινής όμως αντικειμενικά αναδεικνύει κάτι πολύ ουσιαστικό. Οτι χωρίς να έχει ο λαός στα χέρια του την οικονομία καμιά φιλολαϊκή λύση δεν μπορεί να υπάρξει. Να γιατί το ΚΚΕ έχει πολιτική αποδέσμευσης από την ΕΕ, μονομερούς διαγραφή του χρέους, να περάσουν τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής και ο ενεργειακός πλούτος στα χέρια των λαϊκών δυνάμεων για να μπουν στην υπηρεσία της ικανοποίησης των δικών τους αναγκών, στη βάση ενός πανεθνικού σχεδιασμού με εργατική εξουσία.
Αυτή η προοπτική πρέπει να ισχυροποιηθεί όσο γίνεται και με την ψήφο και όχι οι κάλπικες ελπίδες μιας αντιμνημονιακής κυβέρνησης μέσα στην ΕΕ που ακόμη και αν μπορεί να πραγματοποιηθεί θα λειτουργεί ως μέρος της λυκοσυμμαχίας και όχι ενάντιά της γιατί δεν μπορεί να το κάνει.
Αντανάκλαση: Ριζοσπάστης