Όταν είσαι καθίκι είναι λογικό να λες ότι είναι αναχρονισμός το να μην είναι ανοιχτή η αγορά τις Κυριακές, ότι σε αυτή τη χώρα θα πρέπει να πάψουν να κάνουν κουμάντο οι… κομουνιστές και να την καταστρέφουν με ωράρια εργασίας, με συλλογικές συμβάσεις και όρια στους κατώτερους μισθούς.
Όταν είσαι καθίκι είναι λογικό να μην σου καίγεται καρφί για τους ανθρώπους που θα πρέπει να πηγαίνουν στη δουλειά επτά μέρες στη σειρά, που θα χάνουν τη μπάλα και δεν θα ξέρουν τη μέρα είναι, που τα αφεντικά τους θα τους κλέψουν τις προσαυξήσεις της Κυριακής και δεν θα τους δώσουν τα ρεπό που πρέπει να τους δώσουν.
Όταν είσαι καθίκι γουστάρεις τα μεγάλα λαμπερά μαγαζιά, με τις γνωστές φίρμες, στο κέντρο – κέντρο και έχεις γραμμένο εκεί που δεν πιάνει η μελάνη τον άλλον που προσπαθεί με τη δουλειά του και με το μεράκι του να κρατήσει ζωντανό ένα μαγαζάκι που κουβαλάει ιστορίες, και καλές και κακές, κεράσματα για ένα παιδί που γεννήθηκε, στεναχώριες για ανθρώπους που έφυγαν νωρίς, ιστορίες της γειτονιάς στο κέντρο και τις συνοικίες.
Όταν είσαι καλός άνθρωπος καταλαβαίνεις πως η πίεση που υπάρχει για να ανοίγει η αγορά τις Κυριακές δεν είναι κάποιο «πείραμα», μία… ουδέτερη πρωτοβουλία, μία προσπάθεια για να ξεπαγώσει η παγωμένη κίνηση στα μαγαζιά.
Όταν είσαι καλός άνθρωπος καταλαβαίνεις πως η πίεση που υπάρχει για να ανοίγει η αγορά τις Κυριακές δεν είναι κάποιο «πείραμα», μία… ουδέτερη πρωτοβουλία, μία προσπάθεια για να ξεπαγώσει η παγωμένη κίνηση στα μαγαζιά.
Καταλαβαίνεις ότι είναι ένας ακόμα νεοφιλελεύθερος τσαμπουκάς, ένα ακόμα χτύπημα στον κόσμο της εργασίας.
Όταν είσαι καλός άνθρωπος ματώνεις και στεναχωριέσαι για αυτούς που θα πρέπει να πάνε επτά μέρες στη σειρά στη δουλειά, σκέφτεσαι ότι οι εργοδότες τους θα βρουν χίλια δύο κόλπα για να μην τους πληρώσουν αυτά που δικαιούνται, σου τη σπάει ότι αυτοί οι άνθρωποι θα πάνε τη Δευτέρα στη δουλειά έχοντας δουλέψει την Κυριακή.
Όταν είσαι καλός άνθρωπος χαίρεσαι με το μικρό το μαγαζί που κρατάει ζωντανή την ιστορία του και την ιστορία της γειτονιάς του, που βλέπεις κρεμασμένες στον τοίχο φωτογραφίες του πατέρα και του παππού του σημερινού ιδιοκτήτη και περνάς αδιάφορα έξω από τις βιτρίνες των, ξεπεσμένων πια, ναών της κατανάλωσης.
Οι πολλοί καλοί άνθρωποι τις Κυριακές τους ασχολούνται με τους δικούς τους, με τους φίλους τους, βολτάρουν στην πόλη και στα πάρκα, διαβάζουν τα παιδιά τους, πάνε και βλέπουν τους ηλικιωμένους γονείς τους, περιμένουν με αγωνία το πόσο θα λήξει το ματς και ΔΕΝ ΨΩΝΙΖΟΥΝ.
Αντανάκλαση: alterthess