Παρασκευή 18 Μαρτίου 2016

Ο ΣΕΒ συνδέει το «αφορολόγητο» με τα όρια της επίσημης φτώχειας!

«Φορολογικά κίνητρα» για το κεφάλαιο και ένταση της φοροληστείας για το λαό απαιτούν οι εγχώριοι βιομήχανοι...
«Η ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για να οδηγηθεί η ελληνική οικονομία στην ανάκαμψη. Χρειάζονται χαμηλότεροι φορολογικοί συντελεστές, μείωση του μη μισθολογικού κόστους, φορολογικά κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις, καθολική χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών για πάταξη της φοροδιαφυγής κ.ο.κ.».

Τα παραπάνω σημειώνει ο ΣΕΒ στο «εβδομαδιαίο δελτίο» του, ενώ ταυτόχρονα βάζει πλάτη στη μείωση του άτυπου αφορολόγητου για μισθωτούς και συνταξιούχους, που συζητείται και στο πλαίσιο της «αξιολόγησης».

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εγχώριοι βιομήχανοι συνδέουν το αφορολόγητο με τα όρια της επίσημης φτώχειας: «Αυτό που μας αποκαλύπτει μια σύγκριση με το αφορολόγητο (ή πιστώσεις φόρου) σε βασικές χώρες της ΕΕ είναι ότι στην Ελλάδα το αφορολόγητο αυτό είναι ιδιαίτερα υψηλό όχι ως απόλυτο μέγεθος, αλλά ως προς το όριο φτώχειας», δηλαδή τα 4.608 ευρώ το χρόνο, όπως υπολογίζεται στην περίπτωση των λαϊκών νοικοκυριών της χώρας.

«Ενδεικτικά στη Γερμανία το αφορολόγητο είναι 8.354 ευρώ με όριο φτώχειας 11.840», σημειώνει, ενώ στην Ελλάδα το σημερινό αφορολόγητο για μισθωτούς - συνταξιούχους (9.550 ευρώ) εμφανίζεται υπερδιπλάσιο από το όριο της επίσημης φτώχειας (4.608 ευρώ), σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο ΣΕΒ...

Η πρόκληση έχει και συνέχεια, καθώς, σε μια τουλάχιστον επιλεκτική παρουσίαση των δεδομένων, «διαπιστώνουν» πως «η κλίμακα φόρου εισοδήματος είναι κατασκευασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε ουσιαστικά οι μισθωτοί και συνταξιούχοι με ετήσιο εισόδημα έως 15.000 να πληρώνουν ελάχιστο ή καθόλου φόρο, και όσοι έχουν εισοδήματα έως 30.000 να πληρώνουν ένα αρκετά χαμηλό ετήσιο φόρο εισοδήματος».

Σε αυτό το πλαίσιο, δείχνουν στην κατεύθυνση της παραπέρα διόγκωσης της φορολογίας στην γκάμα των λαϊκών εισοδημάτων (μιλούν χαρακτηριστικά για «επιτακτική ανάγκη να επεκταθεί η φορολογική βάση»), ενώ παράλληλα επιχειρούν να καλλιεργήσουν ψευδεπίγραφους διαχωρισμούς ανάμεσα στα εισοδηματικά κλιμάκια και κατηγορίες μισθωτών και συνταξιούχων.

Όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν, «στα υψηλότερα κλιμάκια τα εισοδήματα από συντάξεις ή μισθωτή εργασία στο Δημόσιο είναι ελάχιστα, κάτι που σημαίνει ότι αυτή η αυξημένη επιβάρυνση αφορά κυρίως τους μισθωτούς στον ιδιωτικό τομέα».

Επιπλέον, δείχνοντας στην κατεύθυνση συρρίκνωσης των συντάξεων, «υπολογίζουν» ότι... σήμερα 4 εργαζόμενοι πληρώνουν φόρους και εισφορές ώστε να πληρώνονται οι συντάξεις 3 συνταξιούχων και να καλύπτονται οι ανάγκες σε παροχή δημόσιων υπηρεσιών Υγείας, Εκπαίδευσης, Δικαιοσύνης, Αμυνας κ.λπ., «μοντέλο που προφανώς δεν είναι βιώσιμο», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται.

Έχει σημασία το ότι οι παραπάνω «συγκρίσεις» αφορούν στο φόρο εισοδήματος, χωρίς να γίνεται αναφορά στους κάθε είδους έμμεσους φόρους που φορτώνονται στη λαϊκή κατανάλωση...

Στον αντίποδα βρίσκεται η φορολογία στα κέρδη των ισχυρών επιχειρήσεων και ομίλων, για τους οποίους ο ΣΕΒ αξιώνει ακόμη χαμηλότερους συντελεστές και άλλα «κίνητρα», σε συνδυασμό με τη μείωση των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών, καθώς επίσης ενισχύσεις με κρατικό χρήμα και άλλες διευκολύνσεις, προκειμένου να ανακάμψει η κερδοφορία τους...

Αντανάκλαση: Ριζοσπάστης