Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012

Διδάγματα από την άνοδο του ναζισμού

Ο Χίτλερ γνώριζε ότι στον δρόμο προς την εξουσία δεν θα συναντούσε αντιδράσεις είτε από το εσωτερικό είτε από το εξωτερικό. Έτσι, αμέσως μετά τις εκλογές τού 1930, οι εθνικοσοσιαλιστές βάλθηκαν να κάνουν ότι μπορούσαν για να εκβιάσουν πρόωρες εκλογές. Με την προοπτική των εκλογών, στις 27 Ιανουαρίου 1932 ο Χίτλερ πραγματοποίησε μια συγκέντρωση στο Ντίσελντορφ για να αναπτύξει το πρόγραμμά του. Στην συγκέντρωση παραβρέθηκαν πάνω από 300 εκπρόσωποι μονοπωλιακών επιχειρήσεων και χρηματιστηριακού κεφαλαίου. Κεντρικό μοτίβο τού χιτλερικού προγράμματος ήταν το ξερίζωμα του μαρξισμού. Ο Χίτλερ καταχειροκροτήθηκε.
Στην ενίσχυση των εθνικοσοσιαλιστών έπαιξαν σημαντικό ρόλο τόσο οι κυβερνήσεις όσο και τα μονοπώλια της δύσης, κυρίως της Αγγλίας και των ΗΠΑ. Από την μια, τα καπιταλιστικά κράτη επένδυσαν εκατομμύρια δολαρίων στην πολεμική βιομηχανία τής Γερμανίας, λογαριάζοντας να την χρησιμοποιήσουν εναντίον τής Σοβιετικής Ένωσης.

Από την άλλη, οι μεγάλοι κεφαλαιοκράτες όχι μόνο στήριξαν ανοιχτά τον Χίτλερ και το κόμμα του αλλά προχώρησαν και σε τεράστιες επενδύσεις: Ford, General Motors (μέσω της θυγατρικής της Opel), General Electric, Standard Oil, IBM, ITT, Chase Manhattan κλπ

Υποτίθεται ότι οι συμφωνίες που ακολούθησαν την συνθήκη των Βερσαλλιών, δεν επέτρεπαν στις εταιρείες τής δύσης να δραστηριοποιούνται στην Γερμανία. Όμως, όταν το κεφάλαιο βλέπει κέρδη, πάντοτε υπάρχουν λύσεις. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Coca Cola, η οποία δεν μπορούσε -επίσημα- να δραστηριοποιηθεί στην Γερμανία, οπότε έφτιαξε μια γερμανική εταιρεία-μαϊμού. Βέβαια, η εταιρεία-μαϊμού δεν θα μπορούσε να παρασκευάσει το πασίγνωστο αναψυκτικό και γι' αυτό έφτιαξε ένα καινούργιο προϊόν. Ήταν η -πασίγνωστη, πλέον- πορτοκαλάδα Fanta, η οποία έμελλε να γίνει το επίσημο αναψυκτικό πρώτα του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος και κατόπιν του γερμανικού στρατού.

Ας επιστρέψουμε, όμως, στην ιστορία. Την άνοιξη του 1932 έγιναν προεδρικές εκλογές. Το επίσημο κατεστημένο υποστήριξε πάλι τον γηραλέο Χίντεμπουργκ, οι εθνικοσοσιαλιστές κατέβασαν τον Χίτλερ, το εθνικό λαϊκό κόμμα τον Ντίστερμπεργκ και οι κομμουνιστές τον Τέλμαν (λεπτομέρεια: ο Τέλμαν χρησιμοποίησε ως σύνθημα το "όποιος ψηφίζει Χίτλερ, ψηφίζει πόλεμο"). Κανείς υποψήφιος δεν συγκέντρωσε απόλυτη πλειοψηφία. Στις επαναληπτικές εκλογές τής 10ης Απριλίου, ο Χίντερμπουργκ κέρδισε τον Χίτλερ.

Οι εξελίξεις που ακολούθησαν ήσαν ραγδαίες. Στις 30 Μαΐου, ο Χίντερμπουργκ κάλεσε την κυβέρνηση Μπρούνινγκ να παραιτηθεί, λόγω αδυναμίας να βρει λύσεις στα οικονομικά προβλήματα. Ο Φραντς φον Πάπεν σχημάτισε καινούργια κυβέρνηση, η οποία προώθησε ως "λύσεις" των οικομικών προβλημάτων τα...γνωστά: αύξηση της φορολογίας των πολιτών, μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, περικοπή των κονδυλίων για την κοινωνική ασφάλιση, επιχορηγήσεις των μεγάλων επιχειρήσεων, στήριξη του τραπεζικού συστήματος. Για την ολοκλήρωση των "μεταρρυθμίσεων", η κυβέρνηση φον Πάπεν χρειάστηκε μόλις ένα δίμηνο. Τον Ιούλιο, ο φον Πάπεν διέλυσε το Ράιχσταγκ και η χώρα πήγε σε εκλογές.

Οι ομοιότητες εκείνης της εποχής με την σημερινή είναι εντυπωσιακές. Όμως, υπάρχει και συνέχεια. Οι κομμουνιστές, μπροστά στην λαίλαπα που σάρωνε τα λαϊκά δικαιώματα, ζήτησαν την ανατροπή τού αστικού καθεστώτος και πρότειναν στους σοσιαλδημοκράτες απεργία διαρκείας. Οι σοσιαλδημοκράτες απέρριψαν τμετά βδελυγμίας την κομμουνιστική πρόταση και τάχθηκαν με κάθε τρόπο κατά των εκδηλώσεων οποιασδήποτε λαϊκής επαναστατικής πρωτοβουλίας, τονίζοντας ότι "σε συνθήκες κρίσης είναι εγκληματικό να γίνονται απεργίες, γιατί αυτές οδηγούν σε παραπέρα μείωση της παραγωγής".

Πριν κλείσουμε το σημερινό σημείωμα, αξίζει να σημειώσουμε ότι στο συνέδριο των σοσιαλδημοκρατών, το οποίο πραγματοποιήθηκε το 1931 στην Λειψία, ο εκ των ηγετών τους Φ. Τάρνοφ δήλωσε απροκάλυπτα: "Στεκόμαστε δίπλα στο κρεβάτι τού άρρωστου καπιταλισμού, όχι μόνο για να κάνουμε διάγνωση. Είμαστε υποχρεωμένοι να γίνουμε ο γιατρός, που θα θεραπεύσει τον άρρωστο και ωστόσο να διατηρήσουμε το αίσθημα ότι εμείς είμαστε οι κληρονόμοι". Πιο κατηγορηματικός ήταν ο εκπρόσωπος της σοσιαλδημοκρατικής κοινοβουλευτικής ομάδας στο Ράιχσταγκ, Ε. Χάιλμαν: "Είναι αυτονόητο ότι όλη η σοσιαλδημοκρατία εργάζεται για να αποτρέψει την κατάρρευση του καπιταλισμού".

Στην ουσία, οι σοσιαλδημοκράτες εργάζονταν (μαζί με όλους τους άλλους) για να αποτρέψουν την αριστερή στροφή των λαϊκών στρωμάτων. Μπροστά στον κίνδυνο να επικρατήσει ο αριστερός ριζοσπαστισμός, δεν δυσκολεύονταν να επιλέξουν την στήριξη του φασισμού. Ο δρόμος τού Χίτλερ προς την εξουσία ανοιγόταν διάπλατα από όλους, μηδέ των σοσιαλδημοκρατών εξαιρουμένων...

Αντανάκλαση: Cogito ergo sum