Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Πλευρές της Κοινωνικής Ασφάλισης στην ΕΣΣΔ

Αφίσα της δεκαετίας του 1950: «Σε ποιους πηγαίνει ο εθνικός πλούτος; Στην ΕΣΣΔ, στους εργαζόμενους»
Οι προωθούμενες αντιδραστικές αλλαγές-«μεταρρυθμίσεις» τις έχουν βαφτίσει- και στον τομέα της Κοινωνικής Ασφάλισης προβάλλονται από το σύνολο των αστικών πολιτικών κομμάτων της χώρας μας (πέρα από τις επιμέρους τους διαφοροποιήσεις ή και ψευτοαντιπαραθέσεις) ως αναγκαίες και ρεαλιστικές για να σωθεί δήθεν το όλο σύστημα, ως μονόδρομος τελικά γιατί κάτι τέτοιο «συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη». 

Και όμως ιστορικά αποδείχτηκε ότι υπάρχει και άλλος δρόμος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα συνέβαιναν στην ΕΣΣΔ αλλά και ευρύτερα στο τότε σοσιαλιστικό στρατόπεδο.

Το σοσιαλιστικό κράτος, στο σοσιαλισμό που γνωρίσαμε στον 20ό αιώνα, εξασφάλιζε στους εργαζόμενους το δικαίωμα στη δουλιά και την ανάπαυση, στη μόρφωση, στην υγεία, στην προστασία σε περίπτωση πρόωρης απώλειας της ικανότητας για εργασία, στη μητρότητα, τα δικαιώματα στην παιδική και στην τρίτη ηλικία

Ας δούμε όμως ορισμένες πλευρές του συστήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων στην πορεία ανάπτυξης του.

Πρώτα βήματα

Το 1912 η τσαρική κυβέρνηση φοβισμένη από την άνοδο του επαναστατικού κινήματος έβγαλε βιαστικά νόμο για την ασφάλιση των εργατών σε περίπτωση αρρώστιας και εργατικού ατυχήματος.

Η κρατική όμως ασφάλιση δεν επεκτεινόταν στους εργάτες της αγροτικής οικονομίας, στους οικοδόμους κ.α καθώς και σε ολόκληρες περιοχές της χώρας (π.χ Απω Ανατολή, Σιβηρία κ.α) Η ασφάλιση λόγω γήρατος και αναπηρίας δεν προβλεπόταν καθόλου.

Το κύριο βάρος των εξόδων της ασφάλισης έπεφτε στις πλάτες των εργατών και οι ασφαλιστικές τους εισφορές ήταν μιάμιση φορά μεγαλύτερες από των εργοδοτών , ενώ τη διεύθυνση των ασφαλίσεων την είχαν οι επιχειρηματίες. Όπως σημείωνε ο Β.Ι Λένιν ο νόμος αυτό «περιφρονεί κατά τον πιο βάναυσο τρόπο τα πιο ζωτικά συμφέροντα των εργατών».

Η Κοινωνική Ασφάλιση, προεπαναστατικά στη Ρωσία κάλυπτε μόνο 2 από τα 11 εκατομμύρια των ατόμων της μισθωτής εργασίας. Οι βασικές συνδρομές, μάλιστα, στο Ταμείο των κοινωνικών ασφαλίσεων γίνονταν από τους ίδιους τους εργάτες (κατά τα 3/5).

Μετά την Οκτωβριανή σοσιαλιστική επανάσταση το κομμουνιστικό κόμμα προχώρησε χωρίς καθυστέρηση στην πραγματοποίηση των καθηκόντων που ήταν διατυπωμένα στο πρόγραμμα του για τις ασφαλίσει. Η πραγματοποίηση αυτού του προγράμματος ανατέθηκε στο Λαϊκό Επιτροπάτο Εργασίας.

Με διατάγματα της σοβιετικής εξουσίας εφαρμόστηκε η κρατική εξασφάλιση των ανέργων, καθώς και η ασφάλιση για την περίπτωση της αρρώστιας η ισχύς του οποίου επεκτεινόταν  σε όλο το έδαφος της Ρωσικής δημοκρατίας, σε όλους τους κλάδους εργασίας και σε όλα τα άτομα που εργάζονταν σαν μισθωτοί. Οι συντάξεις των εργατών που έπαθαν εργατικά ατυχήματα αυξάνονταν κατά 100%. Γινόταν μεγάλη δουλειά για την εξασφάλιση των αναπήρων και των οικογενειών που έχασαν τον τροφοδότη τους.

Με τη δραστήρια συμμετοχή των συνδικάτων δημιουργούνταν παντού ταμεία ασθενείας για την πληρωμή επιδομάτων λόγω προσωρινής ανικανότητας για εργασία, εργατικών ατυχημάτων, εγκυμοσύνης και λοχείας καθώς και για την παροχή ιατρικής βοήθειας στους εργάτες και τις οικογένειες τους. Οι πόροι αυτών των ταμείων αποτελούνταν από τις υποχρεωτικές κρατήσεις των επιχειρηματιών.

Οι εργάτες και οι υπάλληλο απαλλάσσονταν από τη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών. Όλα αυτά είχαν άμεση αντανάκλαση στη βελτίωση της υλικής κατάστασης των εργαζομένων.

Τους πρώτους κιόλας μήνες μετά τη νίκη του Οκτώβρη σε συνθήκες ερήμωσης και πείνας, αντίστασης και σαμποτάζ το σοβιετικό κράτος κατέβαλε τιτάνιες προσπάθειες και στον τομέα αυτό. Έτσι για παράδειγμα από τον προϋπολογισμό καταβάλλονταν μεγαλύτερες συντάξεις σε όλους τους εργάτες που ήταν ανάπηροι πολέμου.

Οι συντάξεις που προηγουμένως ήταν ίσες για όλους τους συνταξιούχους καθορίστηκαν με βάση το μέσο μεροκάματο του δοσμένου επαγγέλματος, ενώ για τους νεοσυνταξιοδοτούμενους παίρνονταν υπόψη το ατομικό τους μεροκάματο. Αυξήθηκαν οι συντάξεις των αναπήρων από εργατικό ατύχημα και καθιερώθηκαν συντάξεις λόγω γήρατος στους υφαντουργούς.

Η ανάπτυξη του συστήματος

Το 16ο συνέδριο του κόμματος τόνισε ότι η κυριότερη βαθμίδα για τη διάθεση των τεράστιων ποσών των κοινωνικών ασφαλίσεων πρέπει να είναι τα συνδικάτα. Καθορίστηκε νέος κανονισμός κοινωνικής ασφάλισης με κριτήριο την κοινωνική ωφελιμότητα της παραγωγής, το χρόνο δουλειάς του εργαζόμενου και τη σχέση του ανθρώπου προς τη δουλιά.

Στους κυριότερους κλάδους της βιομηχανίας και στις μεταφορές οργανώθηκαν κεντρικά ταμεία που λειτουργούσαν κάτω από την άμεση καθοδήγηση των συνδικάτων. Το 1933 όλη η διεύθυνση των οργάνων κοινωνικών ασφαλίσεων, οι πόροι και η περιουσία μεταβιβάστηκαν στα συνδικάτα στα οποία το κομμουνιστικό κόμμα έβαλε υπεύθυνα καθήκοντα.

Δεν επρόκειτο για μηχανική μεταβίβαση των κοινωνικών ασφαλίσεων, αλλά για αποφασιστική αναδιοργάνωση τους προς το συμφέρον της παραγωγής στη βάση της πλατιάς προσέλκυσης στο έργο αυτό των ίδιων των εργαζομένων.

Στην περίοδο των πρώτων πεντάχρονων διευρύνθηκε σημαντικά ο κύκλος των εργατών που είχαν δικαίωμα σύνταξης λόγω γήρατος και αργότερα το δικαίωμα αυτό επεκτάθηκε σε όλους τους εργάτες και τεχνικούς. Από τον προϋπολογισμό των κοινωνικών ασφαλίσεων άρχισαν να διατίθενται χρήματα για θεραπευτική διατροφή των εργαζόμενων και για εξωσχολική ιατρική περίθαλψη των παιδιών.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρά τις δυσκολίες της πολεμικής περιόδου αυξήθηκαν οι συνάξεις σε όλους τους συνταξιούχους, ενώ οι συντάξεις καταβάλλονταν χωρίς να παίρνεται υπόψη των ύψος των αποδοχών που είχε νωρίτερα από την εργασία του.

Τα επιδόματα στους αναπήρους πολέμου καθορίστηκαν στα ανώτατα επίπεδα. Από τον προϋπολογισμό των κοινωνικών ασφαλίσεων δίνονταν βοηθήματα στις οικογένειες των στρατιωτικών.

Σπουδαίο μέτρο ήταν ο νόμος για τις συντάξεις και τα βοηθήματα στα μέλη των κολχόζ που ψηφίστηκε το 1964. Σύμφωνα με το νόμο αυτό στους κολχόζνικους παρέχονταν συντάξεις λόγω γήρατος και αναπηρίας και στα μέλη των οικογενειών τους χορηγούνταν συντάξεις στις περιπτώσεις απώλειας του προστάτη της οικογένειας με βάση ενιαίους για όλη τη χώρα όρους.

Για τις γυναίκες των κολχόζ καθιερώθηκαν επιδόματα εγκυμοσύνης και λοχείας.

Ορισμένα γενικότερα ζητήματα

Το σύνταγμα της ΕΣΣΔ εγγυόταν σε κάθε άνθρωπο το δικαίωμα της υλικής εξασφάλισης των γηρατειών ή σε περίπτωση που αρρώσταιναν και έχαναν ολοκληρωτικά ή εν μέρει την ικανότητα τους για εργασία ή τον άνθρωπο που τους συντηρούσε. Η κοινωνική ασφάλιση αυτόματα επεκτείνονταν σε κάθε άτομο μόλις αυτό έπιανε δαυλιά.

Βασική αρχή ήταν ότι η κοινωνική ασφάλιση κάλυπτε όλους τους πολίτες και ότι κανένας δεν επιβαρύνονταν με κανένα έξοδο αφού όλα τα είχε αναλάβει το κράτος.

Δηλαδή στην ΕΣΣΔ, η Κοινωνική Ασφάλιση (που κάλυπτε όλους τους εργαζόμενους και τα μέλη των οικογενειών τους) ήταν καθολική, χωρίς εισφορές από το μισθό των εργαζομένων. Οι πόροι προέρχονταν από τα κονδύλια των επιχειρήσεων, ιδρυμάτων και κολχόζ και τον κρατικό προϋπολογισμό το μέγεθος των οποίων καθορίζονταν από την κυβέρνηση (από 4%-9% στο συνολικό ποσό των ημερομισθίων).

Όσον αφορά του κολχόζνικους γι’ αυτους υπήρξε ιδιαίτερο ενιαίο ταμείο που σχηματίζονταν από τις εισφορές των κολχόζ.

Υπήρχαν οι συντάξεις για γηρατειά, για αναπηρία, και λόγω απώλειας του προστάτη της οικογένειας. Το όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση, λόγω γηρατειών, για τους άνδρες ήταν τα 60 χρόνια (με 25 χρόνια εργασίας), για τις γυναίκες τα 55 χρόνια (με 20 χρόνια εργασίας).

Οι εργάτες και υπάλληλοι που απασχολούνταν σε βαριές και ανθυγιεινές εργασίες, έπαιρναν σύνταξη στα 50 χρόνια ηλικίας οι άνδρες και στα 45 οι γυναίκες.

Συμπληρωματικά ευεργετήματα, τόσο ως προς την ηλικία όσο και ως προς τα χρόνια υπηρεσίας, παρέχονταν κατά τη συνταξιοδότηση των γυναικών που γέννησαν από 5 παιδιά και πάνω και τα μεγάλωσαν ως τα 8 τους χρόνια.

Επίσης κατέβαζαν τα όρια ηλικίας κατά 5-10 χρόνια σε περιπτώσεις όπως περιοχές ακραίου Βορρά, εργασίες κάτω από τη γη κ.α Οι συντάξεις λόγω γήρατος ανέρχονταν στα 50-100% των αποδοχών του εργαζόμενου και όσο χαμηλότερες ήταν τόσο μεγαλύτερο ήταν το ποσοστιαίο μέγεθος της σύνταξης.

Από τον προϋπολογισμό των κοινωνικών ασφαλίσεων εξασφαλίζονταν επίσης οι δαπάνες για τη θεραπεία στα λουτροθεραπευτήρια, η οργάνωση της ανάπαυσης των παιδιών στις κατασκηνώσεις, η εξωσχολική υγειονομική περίθαλψη των παιδιών των εργαζομένων κ.α.

Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω μέγεθος. Το 1980 διατέθηκαν ως έξοδα για την κοινωνική ασφάλιση ποσά που ήταν 48 φορές (!) πάνω από το επίπεδο του 1940.

Η διοίκηση των κοινωνικών ασφαλίσεων ήταν οργανωμένη σε πλατιά δημοκρατική βάση. Με τον καθορισμό των συντάξεων και τη διαπίστωση της αναπηρίας ασχολιόταν άμεσα το κράτος-οι υπηρεσίες των υπουργείων κοινωνικών ασφαλίσεων των ενωσιακών δημοκρατιών, ενώ τα συνδικάτα ανήκε το δικαίωμα έλεγχου αυτής της δράσης.

Επίσης οι εργοστασιακές και τοπικές επιτροπές των συνδικάτων καθόριζαν τα επιδόματα, έδιναν στους εργάτες εισιτήρια για θεραπεία σε σανατόρια, σπίτια ανάπαυσης, παιδικές κατασκηνώσεις κ.α Ταυτόχρονα είχαν τον έλεγχο της οργάνωσης της ιατρικής περίθαλψης και έλεγχαν την έγκαιρη καταβολή από τις επιχειρήσεις, τα ιδρύματα και τις οργανώσεις τις εισφορές για τις κοινωνικές ασφαλίσεις.

Οι εργαζόμενοι συμμετείχαν έτσι σε ολόκληρη τη διαδικασία μέσω των συνδικαλιστικών επιτροπών των κοινωνικών ασφαλίσεων, που καθοριζόταν από την υπάρχουσα νομοθεσία.

Αντανάκλαση: atexnos